top of page

Μια δυνατή έκπληξη στο Παρίσι

Πέρασαν αρκετά χρόνια, όμως ακόμα δεν μπορώ να ξεχάσω ένα συγκλονιστικό γεγονός που έζησα, και το ονομάζω «Μαζί με τους αγγέλους της ζωής».


Ήταν ένα παγωμένο βράδυ του Νοέμβρη, στο Παρίσι, δίπλα στις όχθες του Σηκουάνα, με τη θερμοκρασία κοντά στο μηδέν και μ’ έναν κρύο αέρα. Εγώ ήμουν σφιγμένος στο μάλλινο παλτό μου, μαζί με πέντε-έξι πιστούς και αγαπημένους φίλους, αλλά και δυνατούς Χριστιανούς της συνεισφοράς, όπως ο αδελφός Gerard Willery με την Silvia, η αδελφή Lorette, η αδελφή Roselyne-Marie, και άλλοι. Μέσα στην εφιαλτική εκείνη κακοκαιρία βλέπουμε ξαφνικά μία όαση χαράς, ένα κομμάτι του επίγειου παραδείσου· τι ήταν; Πέντε μεγάλες μαούνες, από κείνες που μεταφέρουν εμπορεύματα, να έχουν δεθεί η μία πλάι στην άλλη, και η πρώτη στην όχθη. Το εσωτερικό τους είχε διαμορφωθεί σε μικρά, ζεστά δωμάτια, με ένα ωραιότατο και εκφραστικότατο Παρεκκλήσιο της Αειπαρθένου Μαρίας, και παραπέρα μία κουζίνα διαρκούς λειτουργίας που προσέφερε αδιάκοπα ζεστή σούπα, γάλα, ψωμί, φρούτα, σαλάτες κλπ.


Παρατηρώντας μέσα εκεί, είδα τρεις ιερείς, απλά ενδεδυμένους, να προσεύχονται σιωπηλά (μετά από μήνες, έμαθα ότι αυτή Αποστολή ήταν των πατέρων Μαριανών και των πιστών του Παρισιού, της ενορίας του Saint Germain), και πολλούς αστέγους φτωχούληδες να παρακολουθούν τη βραδυνή Λειτουργία των Ωρών! Συγκλονίστηκα... Άρχισα να τρέμω... Γιατί; Διότι εγώ, ο ανάξιος, είχα ένα δωμάτιο πολυτελείας για... Επισκόπους και μόλις είχα απολαύσει με την παρέα μου τον ακατανόμαστο περίδρομο σε μία παραδοσιακή Auberge όπου το κάθε ψίχουλο στοιχίζει ένα σκασμό λεφτά. Φορούσα έναν ζεστό και λουσάτο επενδύτη, και εκτός αυτού, μία λιμουζίνα της Renault με αναμμένη τη μηχανή με περίμενε μαζί με την παρέα μου.


Προσπαθούσα να συγκεντρωθώ, και πάνω που πήγαινα να συνέλθω, έρχεται και το δεύτερο σοκ: Ένας αδελφούλης του δρόμου, ρακένδυτος, μου φέρνει μία κούπα με ζεστή σούπα! Δεν ήξερα τί να κάνω... Όποτε πλησίασα τον έναν ιερέα και του έδωσα όλα τα χρήματα που είχα στο πορτοφόλι μου. Τότε πήρα και το τελευταίο και ισχυρότερο σοκ: Με αγγελικό χαμόγελο, ο ιερέας μου είπε:

«Σεβασμιώτατε, δεν έχουμε ανάγκη από χρήματα. Χρειαζόμαστε την συμπόνια και την αγάπη».


Και τότε κατάλαβα που ήμουν:


Ήμουν μαζί με τους Αγγέλους του Θεού, στην Αγκαλιά Του!


Έτσι, το πρωί, γέμισα το αυτοκίνητο της Αρχιεπισκοπής μας με τρόφιμα και μερικές κουβέρτες, και τα έστειλα γράφοντας αντί του ονόματος του αποστολέα, «Ένας κληρικός που γνώρισε τον Χριστό εχθές, στις όχθες του ποταμού Σηκουάνα».



Featured Posts
Recent Posts
Archive
Search By Tags
Δεν υπάρχουν ακόμη ετικέτες.
Follow Us
  • Facebook Basic Square
bottom of page