top of page

Τὸ ἐπωμίδιο τῆς Παναγίας τοῦ Καρμήλου


ΤΟ ΟΡΟΣ ΚΑΡΜΗΛΟΣ


Τό ὄρος Κάρμηλος βρίσκεται στή βορειοδυτικές ἀκτές τῆς Παλαιστίνης καί χαρακτηρίζεται ἀπό πλούσια βλάστηση καί εὔφορους ἀμπελῶνες, ἀσυνήθιστα γιά τήν περιοχή. Ἡ ὀνομασία του στά ἐβραϊκά, «כרמל» [Καρμέλ], προέρχεται ἀπό τό οὐσιαστικό «Κρμ» πού σημαίνει «ἀμπελῶν» ἤ «κῆπος», καί τήν κατάληξη «Ἔλ» πού σημαίνει «Θεός». Ὁπότε, «Καρμέλ» σημαίνει «ὁ ἀμπελῶν (ἤ, ὁ κῆπος) τοῦ Θεοῦ». Εἶναι τό στολίδι τῆς Παλαιστίνης, καί μ’ αὐτόν παρομοιάζει ἐγκωμιαστικά τό Ἅγιο Πνεῦμα τήν κεφαλή τῆς Νύμφης Του, δηλαδή τῆς Παναγίας, λέγοντάς Της: «Κεφαλή σου ἐπὶ σὲ ὡς Κάρμηλος»[1].


Η ΠΡΩΤΗ ΜΟΝΑΧΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ


Ὁ Προφήτης Ἠλίας ζοῦσε ἀσκητικά στίς σπηλιές τοῦ Καρμήλου, μαζί μέ τούς μαθητές του, σχηματίζοντας μία μοναχική κοινότητα. Γιά πανωφόρι εἶχε τήν περίφημη «μηλωτή»[2], τήν ὁποία ἔριξε πάνω στόν Ἐλισαῖο, καλώντας τον ἔτσι στό προφητικό ἔργο[3]. Καί πάλι, μέ τήν ἴδια μηλωτή ἐπάταξε καί χώρισε τά ὕδατα τοῦ Ἰορδάνου γιά νά περάσει ὁ ἴδιος κι ὁ Ἐλισαῖος[4], λίγο πρίν ἀρπαγεῖ ἀπό ἕνα πύρινο ἅρμα στόν οὐρανό. Εὐλαβεῖς Ἰουδαῖοι συνέχισαν νά ζοῦν ἀσκητικά στίς ἴδιες σπηλιές, γι’ ἀρκετούς αἰῶνες. Σύμφωνα μέ την ἀρχαία παράδοση, τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς οἱ ἀσκητές τοῦ Καρμήλου κατέβηκαν ἀπό τό ὄρος, ὁδηγημένοι ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, βρῆκαν τούς Ἁγίους Ἀποστόλους καί βαπτίστηκαν Χριστιανοί. Οἱ Ἀπόστολοι τούς ἔφεραν στήν Παναγία, κι ἄκουσαν ἀπ’ τήν Ἴδια τούς γλυκούς Λόγους τοῦ Κυρίου καί Υἱοῦ Της. Ἐπιστρέφοντας στόν Κάρμηλο, διατήρησαν τήν γλυκειά ἀνάμνηση τῆς Μητέρας τοῦ Θεοῦ, κι ἀργότερα ἔκτισαν πάνω στό βουνό τοῦ Προφήτη Ἠλία τόν πρῶτο Ναό πρός τιμήν τῆς Παναγίας. Τόν 4ο αἰώνα μ.Χ. ἡ Ἁγία Ἑλένη, μητέρα τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, ταξίδεψε σ’ ὁλόκληρη τήν Παλαιστίνη, κι ἀνήγειρε Ἐκκλησίες σέ κάθε τόπο πού ἦταν ἱερός γιά τόν Χριστιανισμό. Πάνω στόν Κάρμηλο ἀνήγειρε μία Βασιλική πρός τιμήν τοῦ Προφήτη Ἠλία. Ἐκεῖ κοντά χτίσθηκε ἕνα Βυζαντινό Μοναστήρι. Μάλιστα, μερικοί ἀπό τούς μοναχούς ἀποσύρθηκαν στίς σπηλιές τοῦ ὅρους. Ὅλη αὐτή ἡ πνευματική ἄνθιση ἔλαβε τέλος στά 614 μ.Χ., ὅταν οἱ Πέρσες εἰσέβαλαν καί κατέστρεψαν την Βασιλική.


Ο ΑΓΙΟΣ ΒΕΡΘΑΛΔΟΣ ΕΓΚΑΘΙΣΤΑΤΑΙ ΣΤΟΝ ΚΑΡΜΗΛΟ


Γύρω στά 1155, μετά τή νίκη τῶν σταυροφόρων καί τήν ἀνακατάληψη τῶν Ἁγίων Τόπων ἀπό τούς Χριστιανούς, ἕνας ἱερομόναχος ἀπό τήν Καλαβρία ὀνόματι Βερθάλδος καί δέκα σύντροφοί του πρώην σταυροφόροι, ἐγκαταστάθηκαν στόν Κάρμηλο, κοντά στήν πηγή τοῦ Προφήτη Ἠλία. Οἱ ἕνδεκα ἄνδρες σχημάτισαν μία ἰδιόρρυθμη κοινότητα ἐρημιτῶν, πού διέμεναν ὁ καθένας στή δική του σπηλιά ἤ καλύβα, καλλιεργώντας ἔκαστος τήν τροφή του. Ἡ συνάντησή τους ἦταν μόνο γιά τήν κοινή προσευχή καί τήν Θεία Λειτουργία τῆς Κυριακῆς.


Ο ΑΓΙΟΣ ΑΛΒΕΡΤΟΣ ΤΗΣ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ

ΣΥΝΤΑΣΣΕΙ ΤΟΝ ΠΡΩΤΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ


Διάδοχος τοῦ Ἁγίου Βερθάλδου ὑπῆρξε ὁ Ἅγιος Βροκάρδος, στά χρόνια τοῦ ὁποίου ἠγέρθησαν κάποιες διαφωνίες μεταξύ τῶν ἐρημιτῶν τοῦ Καρμήλου, σχετικά μέ τούς κανόνες πού θά ἔπρεπε νά διέπουν τή μοναχική ζωή τους. Τότε, ὁ Πατριάρχης τῆς Ἱερουσαλήμ, Ἅγιος Ἀλβέρτος[5], ἀνέλαβε νά κατευνάσει τά ὀξυμένα πνεύματα, συντάσσοντας ἕναν σύντομο Κανονισμό, μέρος τοῦ ὁποίου ἦταν ἀντιγραφή τοῦ Κανονισμοῦ τοῦ Ἁγίου Αὐγουστίνου.


ΤΟ ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙΟ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ


Ὁ Ἅγιος Ἀλβέρτος κανόνισε νά κτισθεῖ ἕνα Παρεκκλήσιο ὅπου θά συναθροίζονταν οἱ ἐρημίτες γιά τή Θεία Λειτουργία καί τήν ἀπό κοινοῦ προσευχή, ἀφιερωμένο στήν Παναγία. Τό Παρεκκλήσιο αὐτό, ὅλοι τό ὀνόμαζαν «Ἐκκλησία τῆς Παναγίας τοῦ Καρμήλου», ἐπειδή ἦταν ἀφιερωμένο στή μνήμη τῆς Ὑπεραγίας Θετόκου καί βρισκόταν πάνω στόν Κάρμηλο[6]. Στό Παρεκλήσιό τους, οἱ ἐρημίτες εἶχαν τοποθετήσει μία βυζαντινή εἰκόνα τῆς Παναγίας Βρεφοκρατοῦσας. Σ’ αὐτή τήν εἰκόνα, ἡ Θεοτόκος παρίστατο ντυμένη μέ κόκκινο φόρεμα καί γαλάζιο πέπλο. Πάνω στόν ὥμο Της ἦταν κολλημένο ἕνα ἀστέρι[7], συμβολίζοντας τήν Ἀειπαρθενία Της καί τόν πασίγνωστο τίτλο Της «Maris Stella (ἄστρον τῆς θαλάσσης)». Ἀντίγραφα αὐτῆς τῆς εἰκόνας στάλθηκαν στήν Εὐρώπη. Δύο ἐξ αὐτῶν σώζονται μέχρι σήμερα, στήν Santa Maria Transpontina, κοντά στόν Ἅγιο Πέτρο τῆς Ρώμης, καί στήν Madonna del Carmine, στή Νάπολη. Σέ καμμία ἀπ’ αὐτές τίς εἰκόνες ἡ Παναγία δέν κρατάει τό ἐπωμίδιο τοῦ Καρμήλου, ἀφοῦ αὐτό δόθηκε ἀπό τήν Ἴδια ἀργότερα, στήν Ἀγγλία. Οἱ Καρμηλίτες τότε δέν φοροῦσαν ἐπωμίδιο, ἀλλά μόνον ἕνα σκοῦρο ράσο κι ἕνα πανωφόρι μέ μαῦρες κι ἄσπρες λωρίδες.


ΟΙ ΜΟΝΑΧΟΙ ΑΝΑΓΚΑΖΟΝΤΑΙ ΝΑ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΟΥΝ ΤΟΝ ΚΑΡΜΗΛΟ


Τά προβλήματα πού ἀντιμετώπιζαν οἱ Ἀδελφοί μέ τούς Μουσουλμάνους ἦσαν τόσα πολλά, πού τούς ἦταν πλέον ἀδύνατον νά ζῆσουν πάνω στόν Κάρμηλο μία ζωή προσευχῆς, ὡς ἐρημίτες. Ἔτσι, στά 1212, ἄρχισαν νά μετακινοῦνται πρός τήν Εὐρώπη. Μερικοί Καρμηλίτες ἔφυγαν γιά τή Ἀγγλία, ἐνῶ γύρω στά 1238, κάποιοι πῆγαν στή Σικελία, ἄλλοι πῆγαν στή Νάπολη, ἐνῶ ὁ Ἅγιος Λουδοβίκος, βασιλιᾶς τῆς Γαλλίας, ὑποδέχθηκε κι αὐτός στή χώρα του κάποιους ἀπό τούς πρόσφυγες μοναχούς. Τό 1242, ἐπιστρέφοντας στήν Ἀγγλία ἀπό τούς Ἁγίους Τόπους ὅπου εἶχε μεταβεῖ ὡς σταυροφόρος, ὁ σέρ Ριχάρδος Ντέ Γκρέϋ ἔφερε μαζί του καί Καρμηλίτες μοναχούς. Τά Χριστούγεννα τοῦ ἰδίου ἔτους, οἱ Καρμηλίτες αὐτοί παρουσιάστηκαν στόν βασιλιᾶ τῆς Ἀγγλίας ὁ ὁποῖος τούς ἐπέτρεψε νά παραμείνουν στήν Ἀγγλία καί νά ἰδρύσουν ἕνα μοναστήρι. Ὁ σέρ Ριχάρδος Ντέ Γκρέϋ ἔφερε τότε τούς Ἀδελφούς τῆς Παναγίας τοῦ Καρμήλου στά κτήματά του στό Ἔϋλσφορντ τοῦ Κέντ, ὄχι πολύ μακρυά ἀπό τό Καντέρμπουρυ, ὅπου οἱ μοναχοί ἔφτιαξαν μία μονή. Ἔτσι, οἱ πρώην ἀναχωρητές κι ἐρημίτες συμβιβάστηκαν μέ τή ζωή ἑνός μοναστηριοῦ.


Ο ΑΓΙΟΣ ΣΙΜΩΝ ΣΤΟΚ


Ὁ Ἅγιος Σίμων Στόκ γεννήθηκε στήν Ἀγγλία, στόν πύργο τοῦ Χάρντφορντ. Ἀπό μικρός εἶχε μία ἰδιαίτερη κλίση πρός τήν εὐλάβεια τῆς Παναγίας. Σέ ἡλικία μόλις 12 ἐτῶν, ἀποσύρθηκε σ’ ἕνα ἐρημητήριο κοντά στήν Ὀξφόρδη ὅπου στή κουφάλα μιᾶς γέρικης βελανιδιᾶς βρῆκε τήν ἰδανική γι’ αὐτόν κατοικία, πού θά τόν ἐξυπηρετοῦσε στήν ἀσκητική του ζωή. Ἕνας χοντροκομμένος Σταυρός καί μία εἰκόνα τῆς Παναγίας ἀποτελοῦσαν τή μοναδική διακόσμηση τοῦ πρωτόγονου αὐτοῦ σπιτιοῦ. Ὁ Ἅγιος Σίμων εἶχε ζῆσει γιά πάνω ἀπό 20 χρόνια σ’ ἐκείνη τή σκήτη, ὅταν μιά μέρα, στά 1197, τοῦ παρουσιάστηκε ἡ Παναγία καί τοῦ εἶπε: «Ὁ Κύριος εἶναι εὐχαριστημένος μέ τίς μετάνοιες τῆς ἀσκητικῆς σου ζωῆς. Ἡ ἐπιθυμία Του ὅμως εἶναι νά τελειοποιηθεῖς μέσα στό Τάγμα τοῦ Καρμήλου, ὅταν οἱ μοναχοί θά ἔρθουν ἀπό τήν Παλαιστίνη στήν Ἀγγλία». Πράγματι, στά 1212, δεκαπέντε χρόνια μετά τήν ἐμφάνιση τῆς Παναγίας, ἔκαναν τήν ἐμφάνισή τους στήν Ἀγγλία οἱ πρῶτοι Καρμηλίτες. Ὁ Ἅγιος Σίμων, πού εἶχε συνεχίσει τίς σπουδές του κι εἶχε χειροτονηθεῖ ἱερεύς, ἀκολούθησε τή μοναχική του κλήση εἰσερχόμενος στό νεοσύστατο μοναστήρι τῶν Καρμηλιτῶν, στό Νόρουϊτς. Ἡ μεγάλη του ἁγιωσύνη κι ἡ πλατειά του μόρφωση τόν ἔκαναν νά ξεχωρίζει ἀνάμεσα στούς ἄλλους ἀδελφούς. Ἔτσι, τό 1247, ἐξελέγη Γενικός Ἡγούμενος τοῦ Τάγματος τοῦ Καρμήλου. Ὁ Ἅγιος Σίμων εἶχε ν’ ἀντιμετωπίσει μία πολύ σοβαρή κατάσταση. Ἐλάχιστοι ὑποψήφιοι εἰσέρχονταν στήν Κοινότητα. Μάλιστα, μερικοί Καρμηλίτες ἔφεραν βαρέως τόν τίτλο «Ἀδελφοί τῆς Παναγίας», διότι οἱ ἀντιτιθέμενοι στό Τάγμα τοῦ Καρμήλου τούς ἔλεγαν κοραοϊδευτικά, «ἡ Παναγία ἦταν μοναχοκόρη, καί δέν εἶχε οὔτε ἀδελφούς οὔτε ἀδελφές». Πολλοί ἄνθρωποι περιγελοῦσαν τούς Καρμηλίτες, ἐπειδή φόραγαν τήν «ριγέ μαντίλα τῶν βεδουΐνων», ὅπως ἔλεγαν εἰρωνικά. Κάποιοι ἄλλοι ἐπέμεναν πώς ὑπῆρχαν ἤδη πάρα πολλά Μοναχικά Τάγματα, καί γι’ αὐτό τά πιό μικρά θά ἔπρεπε νά διαλυθοῦν καί τά μέλη τους εἶτε ν’ ἀπορροφηθοῦν ἀπό τά παλαιότερα καί πολυπληθέστερα Τάγματα, εἶτε νά ἐπιστρέψουν στήν κοσμική ζωή. Εὐρισκόμενος μπροστά σ’ αὐτή τήν κατάσταση, ὁ Ἅγιος Σίμων ἱκέτεψε τήν Παναγία νά προστατέψει τό Τάγμα τοῦ Καρμήλου, ζητώντας Της ἕνα «Προνόμιο»[8]. Ἡ ἱκεσία τοῦ Ἁγίου Σίμωνα πρός τήν Παναγία ἔχει διασωθεῖ στόν θαυμάσιο ὕμνο “Flos Carmeli”, τοῦ ὁποίου θεωρεῖται ποιητής. Ὁ ὕμνος αὐτός ψάλλεται μέχρι σήμερα στούς Ναούς τῶν Καρμηλιτῶν, κατά τήν ἐορτή τῆς Παναγίας τοῦ Καρμήλου.


Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΔΙΔΕΙ ΤΟ "ΠΡΟΝΟΜΙΟ"


Ἡ Παναγία δέν ἄργησε ν’ ἀπαντήσει στίς προσευχές τοῦ Ἁγίου Σίμωνα. Ἐμφανίστηκε καί πάλι, συνοδευομένη ἀπό πλῆθος Ἀγγέλων, κρατώντας στά χέρια Της μία μηλωτή, ἕνα καφετί ἐπωμίδιο ἀπό μαλλί προβάτου, καί τοῦ εἶπε:

«Λάβε αὐτό, ὡς ἐπωμίδιο τοῦ Τάγματός σου. Αὐτό θά εἶναι γιά σένα καί γιά τούς μοναχούς τοῦ Καρμήλου τό σημεῖο πού Μοῦ ζήτησες, τό ἰδιαίτερο Προνόμιο μέ τό ὁποῖο, ἐκεῖνος πού θά τό φοράει μέχρι τήν ὥρα τοῦ θανάτου του, θά σωθεῖ ἀπό τό αἰώνιο πῦρ».

Τήν ἀφήγηση τῆς ἐμφάνισης τῆς Παναγίας τήν ἔκανε ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος Σίμων Στόκ, στίς 16 Ἰουλίου 1251, στή μοναχική κοινότητα τοῦ Ἔϋλσφορντ, ὅπου ἔμενε. Ὁ συνάδελφός του καί ἰδιαίτερος γραμματέας του, Πατήρ Πέτρος Swayngton κράτησε σχετικές σημειώσεις[9]. Τό Προνόμιο πού παραχώρησε ἡ Θεοτόκος, προκάλεσε τόν ἐνθουσιασμό τῶν πιστῶν τοῦ 13ου αἰώνα. Τό μέχρι τότε ἄγνωστο Τάγμα τοῦ Καρμήλου, τό περιφρονημένο ἀπό ἐχθρούς καί φίλους, μπῆκε στήν ἀνθηρότερη περίοδο τῆς ἱστορίας του. Στά 1300, κάποιος χρονογράφος τῆς ἐποχῆς ὑπελόγησε σέ 7500 τά μοναστήρια τοῦ Καρμήλου. Ἐξ ἄλλου ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος Σίμων, μέ τή συγκατάθεση τῆς Ρώμης, διοργάνωσε τήν Ἀδελφότητα τοῦ Καρμήλου γιά τούς λαϊκούς, τό λεγόμενο Τρίτο Τάγμα. Ἀμέσως, Χριστιανοί ἀπ’ ὅλες τίς χῶρες ἔσπευσαν νά ἐγγραφοῦν ὡς μέλη. Ὁ Ἅγιος Σίμων μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του ἐργάσθηκε ἀκαταπόνητα γιά τή διάδοση τοῦ Προνομίου. Κοιμήθηκε στίς 16 Μαΐου τοῦ 1265, στά 101 χρόνια του, ἀναφωνώντας: «Ἁγία Μαρία, Μητέρα τοῦ Θεοῦ, παρακάλει καί γιά μένα τόν ἁμαρτωλό, τώρα καί στήν ὥρα τοῦ θανάτου μου».


ΤΟ ΦΑΙΟ (ΚΑΦΕΤΙ) ΕΠΩΜΙΔΙΟ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΟΥ ΚΑΡΜΗΛΟΥ


Μετά τήν ἐμφάνιση τῆς Παναγίας στόν Ἅγιο Σίμωνα Στόκ, τό καφετί ἐπωμίδιο -ἤ Scapulare, ὅπως εἶναι ἡ λατινική ὀνομασία του- ἔγινε τό διακριτικό πανοφώρι τῶν Καρμηλιτῶν μοναχῶν. Τό ἐπωμίδιο, ὅπως τό φανερώνει καί τ’ ὄνομά του, εἶναι ἕνα εἶδος διπλῆς ποδιᾶς πού φοροῦν οἱ μοναχοί πάνω ἀπό τό ράσο τους. Κατεβαίνει ἀπό τούς ὤμους, καλύπτοντας καί τό ἐμπρός καί τό πίσω μέρος τοῦ σώματος, ἕως κάτω ἀπό τά γόνατα. Τουλάχιστον ἀπό τό 547, τήν ἐποχή δηλαδή τοῦ Ἁγίου Βενεδίκτου, τό Scapulare ἀποτελοῦσε ἀναπόσπαστο στοιχεῖο τῆς περιβολῆς τῶν μοναχῶν τῆς Δυτικῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι, ἡ Παναγία δέν ἔδωσε κάτι τό νέο ἤ πρωτόγνωρο στούς Καρμηλίτες. Ἀντιθέτως, χρησιμοποίησε κάτι ἀπό τή μοναχική παράδοση ὡς σημεῖο τῆς Προστασίας Της γιά τό Τάγμα τοῦ Καρμήλου. Ἡ ἐπιλογή τοῦ χρώματος ἀπό τήν Θεοτόκο, δέν εἶναι τυχαία: Τό καφετί εἶναι τό χρῶμα τῆς γῆς, τῆς ὕλης ἀπό τήν ὁποία εἴμαστε πλασμένοι, καθῶς καί τό χρῶμα τῆς ταπεινότητας. Μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου, γιά τούς λαϊκούς τῆς Ἀδελφότητας τῆς Παναγίας τοῦ Καρμήλου, κατασκευάστηκε τό μικρό Scapulare, ἀπό δύο τεμάχια καφέ μάλλινου ὑφάσματος, ἑνωμένα μέ δύο κορδόνια. Φοριέται μέ τόν ἴδιο τρόπο, μπρός καί πίσω, μέ τή διαφορά ὅτι τοποθετεῖται κατάσαρκα, μέσα ἀπό τά ροῦχα.


Ο ΝΕΟΣ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΟΥ ΚΑΡΜΗΛΟΥ


Καθώς ἡ εὐλάβεια τοῦ ἐπωμιδίου διεδίδετο, μία νέα ἀπεικόνιση τῆς Παναγίας τοῦ Καρμήλου ἔκανε τήν ἐμφάνισή της. Στήν εἰκόνα αὐτή, ἡ Παναγία παρουσιάζεται ἐνδεδυμένη μέ τό καφετί ράσο καί τό ἐπωμίδιο τοῦ Καρμήλου, καί μέ τό λευκό κάλυμμα τῆς κεφαλής, τό ὁποῖο εἶχε πλέον ἀντικαταστήσει τή ριγέ μαντίλα πού φοροῦσαν ἀρχικῶς οἱ Καρμηλίτες τούς Ἁγίους Τόπους. Βαστάζει στήν ἀγκαλιά Της τό Θεῖο Βρέφος, τό Ὁποῖο, ὅπως κι Ἐκείνη, κρατᾶ στά Χέρια Του τά μικρά ἐπωμίδια πού προορίζονται γιά τούς λαϊκούς. Τόσο ἡ Θεοτόκος, ὅσο καί ὁ μικρός Ἰησοῦς, εἰκονίζονται ἐστεμμένοι μέ βασιλικά διαδήματα. Αὐτός ὁ εἰκονογραφικός τύπος εἶναι ὁ πλέον γνωστός καί δημοφιλής ἀνά τήν ὑφήλιο, ἔως σήμερα.


ΤΟ ΜΕΤΑΛΛΙΟ (ΜΕΝΤΑΓΙΟΝ) ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΟΥ ΚΑΡΜΗΛΟΥ


Ὁ Πάπας Ἅγιος Πίος ὁ 10ος, εὐλαβεῖτο τήν Παναγία τοῦ Καρμήλου καί φοροῦσε τό ἐπωμίδιό Της. Ὅταν οἱ ἱεραπόστολοι ἀπό τίς τροπικές χῶρες τοῦ ζήτησαν τή χάρη ν’ ἀντικαταστήσουν τό μάλλινο ἐπωμίδιο μέ ἕνα μενταγιόν, λόγῳ τῆς ζέστης, ὁ Ἅγιος Πίος τούς ἔδωσε τήν ἄδεια, σημειώνοντας: «Ἐπιτρέπουμε τή χρήση τοῦ ἐπωμιδίου-μενταγιόν, προτιμοῦμε ὅμως νά χρησιμοποιεῖται τό ὑφασμάτινο»[10]. Τό μεταλλικό Scapulare φέρει στή μία ὄψη του τήν Ἱερή Καρδία τοῦ Ἰησοῦ, καί στήν ἄλλη τήν Παναγία τοῦ Καρμήλου. Πρόκειται ἀπλῶς γιά μιά πρακτική ἀντικατάσταση τοῦ ὑφασμάτινου ἐπωμιδίου. Γι’ αὐτό, στήν τελετή τῆς εἰσόδου ἑνός πιστοῦ στήν Ἀδελφότητα τοῦ Καρμήλου, ἐπιτρέπεται ἡ χρήση μόνο τοῦ ὑφασμάτινου Scapulare, τό ὁποῖο μπορεῖ κατόπιν ν' ἀντικατασταθεῖ ἀπό τό μενταγιόν.



ΕΠΩΜΙΔΙΟ: ΟΡΑΤΟ ΣΗΜΕΙΟ ΑΦΙΕΡΩΣΕΩΣ, ΚΙ ΟΧΙ ΜΑΓΙΚΟ ΦΥΛΑΚΤΟ


Τό ἐπωμίδιο τῆς Παναγίας τοῦ Καρμήλου δέν εἶναι οὔτε μεσαιωνική δεισιδαιμονία οὔτε μαγικό φυλακτό. Ὁρισμένοι, παρερμηνεύοντας τήν ὑπόσχεση τῆς Παναγίας γι’ αὐτούς πού τό φοροῦν, ἴσως νομίσουν ὅτι παρέχει αὐτόματη σωτηρία, κι ὅτι θά σωθοῦν ἁπλῶς ἐπειδή φοροῦν τό ἐπωμίδιο, ἀκόμα κι ἄν ζοῦν μιά ἄσωτη ζωή. Δέν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ξεκάθαρος: «Μὴ πλανᾶσθε· οὔτε πόρνοι οὔτε εἰδωλολάτραι οὔτε μοιχοὶ οὔτε μαλακοὶ οὔτε ἀρσενοκοῖται οὔτε κλέπται οὔτε πλεονέκται, οὐ μέθυσοι, οὐ λοίδοροι, οὐχ ἅρπαγες βασιλείαν Θεοῦ κληρονομήσουσιν» (Α΄ Κορινθ. 6:9-10). Τί εἶναι, λοιπόν, τό ἐπωμίδιο τῆς Παναγίας τοῦ Καρμήλου; Εἶναι ἕνα ὁρατό σημεῖο τῆς ἀποφάσεώς μας ν’ ἀκολουθήσουμε τόν Χριστό, μιμούμενοι τήν Μητέρα Του. Εἶναι ἕνα ὁρατό σημεῖο τῆς ἀποφάσεώς μας ν’ ἀποδεχόμαστε τό Θεῖο Θέλημα μέ Πίστη, Ἐλπίδα καί Ἀγάπη. Τέλος, εἶναι ἕνα ὁρατό σημεῖο πού μᾶς ὑπενθυμίζει τή Θεία Υἱοθεσία μας καί τήν ἀφιέρωσή μας στήν Ἄσπιλη Καρδία τῆς Παναγίας.


 

Σημειώσεις:


[1] ᾎσμα 7:6.


[2] Στόν Ὅμηρο, «μῆλα» ὀνομάζονται τά πρόβατα. Ἡ μηλωτή εἶναι τό δέρμα τοῦ προβάτου μαζί μέ τό τρίχωμα, δηλαδή ἡ προβιά, πού μετά ἀπό κάποια στοιχειώδη κατεργασία χρησίμευε ὡς μανδύας.


[3] βλ. Γ΄ Βασιλειῶν 19:19-20.


[4] βλ. Δ΄ Βασιλειῶν 2:7-8.


[5] Ὁ Ἅγιος Ἀλβέρτος de Vercelli ἦταν Ἰταλός, Κανονικός τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, πού τό 1206 ἔγινε (Λατίνος) Πατριάρχης τῆς Ἱερουσαλήμ. Τόν περισσότερο καιρό διέμενε σ’ ἕνα φρούριο τῶν Σταυροφόρων, κοντά στόν Κάρμηλο. Ὅταν ἦταν στήν Ἰταλία, εἶχε γνωρίσει ἀπό κοντά τόν Ἅγιο Δομήνικο καί τόν Ἅγιο Φραγκίσκο, κι ἔτσι εἶχε ἀποκτήσει ἐμπειρία σχετικά μέ τούς Κανονισμούς τῶν Μοναχικῶν Ταγμάτων.


[6] Σ’ αὐτό τό Παρεκκλήσιο ὀφείλεται τό προσωνύμιο τῆς Μητέρας τοῦ Θεοῦ, ὡς «Παναγία τοῦ Καρμήλου».


[7] Στή βυζαντινή εἰκονογραφία, ἡ Θεοτόκος ἱστορεῖται μέ τρία ἀστέρια, ἕνα σέ κάθε ὥμο κι ἕνα στό μέτωπο. Πρόκειται γιά συμβολισμό τῆς Ἀειπαρθενίας Της: Παρθένος πρίν τή Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, Παρθένος κατά τή Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, καί Παρθένος μετά τή Γέννηση τοῦ Χριστοῦ.


[8] Προνόμιο (λατιν. Privilegium). Ἔτσι ὀνομαζόταν κατά τόν Μεσαίωνα ἡ εἰδική προστασία πού παρεῖχε ἕνας ἄρχοντας σέ κάποιον πού τοῦ ζητοῦσε νά προστατέψει τή ζωή καί τήν περιουσία του, ὡς ἀντίτιμο τῆς πλήρους ἀφοσιώσεώς του σ’ αὐτόν.


[9] Οἱ σημειώσεις αὐτές δημοσιεύτηκαν ἀπό τούς Βολλανδιστές, στό περίφημο ἔργο τους “Acta Sanctorum” (Vol. 5, p. 592).


[10] Βλ. Fr. Barry Bossa, S.A.C., “Brown Scapular of Mt. Carmel”, AMI Press Inc., 1987, U.S.A., p. 38.




Featured Posts
Recent Posts
Archive
Search By Tags
Δεν υπάρχουν ακόμη ετικέτες.
Follow Us
  • Facebook Basic Square
bottom of page